Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2007
δρόμος
Ισορροπώ,
ονειροβατώντας
στης ζωής το
τεντωμένο σκοινί
μ’ένα παιδί μέσα μου
που όλο θέλει να πετάξει
πέρ’από του σκοινιού
το δρόμο...
-Κατέβα θα πέσεις!
φώναξε ο φόβος
το παιδί γέλασε,
πήρε τ’όνειρο,
έβγαλε φτερά
και πέταξε...
μ’άφησε μόνο στο σκοινί..
με τη φωνή του φόβου.
Έμειν’ ακίνητος,
Να γερνάω.
Η λογική παντρεύτηκε
το φόβο.
Ο δρόμος, ένα ατέλειωτο
αδιέξοδο
σ’ένα ορίζοντα
που ολοένα και μάκραινε
καθώς το σκοτάδι
τον κατάπινε.
Και ‘γω ξωπίσω, τρέχω
Να φτάσω τη μέρα.
Σκονταύτω,
και γίνομαι νύχτα΄
ένα απέραντο μαύρο όνειρο.
Κι ο φόβος γίνεται παιδί
να χάνεται,
με τ’όνειρο μου.
Το σκοτάδι
γίνεται φως
και το σκοινί
ζεστή αγγαλιά
μάνας,
γύρω από το λαιμό μου...